Κατακλυσμός και ξηρασία
Μια από τις προσφιλείς προφητείες κάθε λογής γλωσσαμυντόρων και κινδυνολόγων είναι ότι η εκάστοτε γλώσσα, η ελληνική στην περίπτωσή μας, κινδυνεύει με αλλοίωση ή και εξαφάνιση (δείτε και το άρθρο ‘Κινδυνεύει η ελληνική γλώσσα;’ της 3ης Ιουνίου 2007). Μια εκδοχή αυτού του φόβου είναι και ότι απειλείται με εξαφάνιση η ελληνική γλώσσα στην Κύπρο. Ειλικρινά δεν ξέρω πού βασίζονται. Αν έχουν κατά νου κάποια κατακλυσμιαία αλλαγή ή την επερχόμενη ερημοποίηση του νησιού σε βαθμό που θα το έκανε ακατοίκητο, τότε μαζί με την ελληνική γλώσσα θα χαθούν και άλλα πολλά και πολύτιμα, έτσι κι αλλιώς.
Κοινή και κυπριακή
Υπάρχουν βεβαιως πιο ενδιαφέρουσες παραλλαγές αυτής της θέσης: μία από αυτές προβλέπει ότι η κυπριακή ελληνική θα αντικαταστήσει την κοινή ελληνική στο νησί, και επισήμως. Σαν σενάριο δε μου φαίνεται καθόλου πιθανό κάτι τέτοιο αλλά και να υλοποιούνταν, δε θα άλλαζαν και πολλά: ο ελληνισμός της Κύπρου (ή ‘οι ελληνόφωνοι χριστιανοί’ της) υπήρχε στην Κύπρο και μια χαρά πορευόταν με τα κυπριακά πολύ πριν συμπηχθεί και διαδοθεί η κοινή νεοελληνική ως ‘δημοτική’ στα μέσα του 19ου αιώνα.
Τεχνική ορολογία
Μια δεύτερη παραλλαγή φοβάται ότι τα ελληνικά θα πάψουνε σύντομα να χρησιμοποιούνται στο νησί για πολλά σύνθετα θέματα που απαιτούν εξειδικευμένο λεξιλόγιο, λ.χ. επιστήμες, ιατρική, τεχνολογία, φιλοσοφία, κοινωνικές σπουδές, αρχιτεκτονική κτλ. Υπάρχει μάλιστα η αντίληψη ότι ήδη οι μορφωμένοι ελληνοκύπριοι είναι πιο εξοικειωμένοι με τους αγγλικούς τεχνικούς όρους παρά με τους ελληνικούς σε πολλά γνωστικά πεδία. Αυτή η κατάσταση είναι γνώριμη και σε πολλές άλλες μεταποικιακές κοινωνίες, όπως λ.χ. η ινδική ή οι δυτικοαφρικανικές. Δεν οδηγεί όμως πάντοτε και απαρέκκλιτα στον αποκλεισμό των τοπικών γλωσσών από τον λόγο της επιστήμης και της διανόησης. Φρονώ μάλιστα ότι η ύπαρξη και λειτουργία του κυρίως ελληνόφωνου Πανεπιστημίου Κύπρου θα αναστρέψει μακροπρόθεσμα αυτήν την τάση εξαγγλισμού του τεχνικού λεξιλογίου στην Κύπρο – εάν βεβαίως η κοινωνιογλωσσική έρευνα δείξει ότι όντως υπάρχει τέτοια τάση (να ένα ωραίο θέμα για διπλωματικές εργασίες!).
Παρότι μέχρι τώρα υπήρξα μάλλον καθησυχαστικός, νομίζω ότι υπάρχει ένας τομέας στον οποίο ενδέχεται να υποχωρήσει η ελληνική γλώσσα στο άμεσο μέλλον: ο δημόσιος βίος. Και αν κάτι τέτοιο συμβεί, θα βαρύνεται η γλωσσική και εκπαιδευτική πολιτική δεκατιών. Εξηγούμαι αμέσως.
Οι γλώσσες της Ομοσπονδίας
Σύμφωνα με την απόφαση 750 (1992) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, η οποία με τη σειρά της βασίζεται στις συμφωνίες Μακαρίου-Ντενκτάς και Κυπριανού-Ντενκτάς, η λύση του Κυπριακού θα έχει τη μορφή διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας. Αυτά είναι γνωστά. Μία συνεπεια αυτής της μορφής λύσης είναι βεβαίως η ύπαρξη δύο ομόσπονδων κρατιδίων (ενός ελληνοκυπριακού κι ενός τουρκοκυπριακού) και μιας κεντρικής ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Καταλαβαίνουμε ποιες γλώσσες θα χρησιμοποιούν οι αρχές κάθε ομόσπονδου κρατιδίου. Ποια γλώσσα όμως θα χρησιμοποιούν οι ομοσπονδιακές αρχές;
Όπως συμβαίνει και σε άλλα ομοσπονδιακά συστήματα, επισήμως θα χρησιμοποιεί τις δύο γλώσσες της Δημοκρατίας. Στην πράξη όμως; Εάν οι δικοινοτικές επαφές και εκδηλώσεις αποτελούν πρόκριμα, το πιθανότερο είναι ότι οι ομοσπονδιακές αρχές θα χρησιμοποιούν τα αγγλικά για την εσωτερική επικοινωνία και αλληλογραφία τους (π.χ. υπομνήματα, σημειώματα, μνημόνια, επιστολές κτλ.) αλλά και στην επικοινωνία τους με τις αρχές των δύο ομόσπονδων κρατιδίων. Στα ομοσπονδιακά νομοθετικά και εκτελεστικά σώματα (αλλά και στα δικαστήρια) οι συζητήσεις και οι διαβουλεύσεις επίσης μάλλον θα γίνονται στα αγγλικά. Είναι λοιπόν πολύ σοβαρό το ενδεχόμενο να επιστρέψουμε σε μια de facto κυριαρχία των αγγλικών στον δημόσιο βίο, και δη σε μια χώρα με αποικιακό παρελθόν και όπου οι αποφάσεις των δικαστηρίων εκδίδονταν μέχρι το 1993 στα αγγλικά.
Πολιτικές του παρελθόντος, λύσεις του μέλλοντος
Είναι φανερό ότι την ευθύνη για αυτή την (αντιπατριωτική) ενδεχόμενη κατάσταση τη φέρουν οι κακώς νοούμενες πατριωτικές γλωσσικές και εκπαιδευτικές πολιτικές και στις δυο πλευρές της γραμμής αντιπαράταξης. Για να περιοριστώ στα από εδώ, εάν είχαμε καλλιεργήσει τη διδασκαλία και την εκμάθηση της τουρκικής γλώσσας (της δεύτερης επίσημης του κράτους), το ενδεχόμενο να βρεθούν τα παιδιά μας πολίτες ενός de facto αγγλόφωνου κράτους δε θα ήταν τόσο άμεσο. Για όσους ενδιαφέρονται, συστηματική και λεπτομερή συζήτηση των γλωσσικών πολιτικών της Κυπριακής Δημοκρατίας θα βρει κανείς στο έργο της συναδέρφου Δήμητρας Καρουλλά-Βρίκκη.
Υπάρχουν λύσεις; Σίγουρα. Η μία είναι βραχυπρόθεσμη: σε περίπτωση λύσης, πρέπει να επενδυθούν αμέσως γενναία κονδύλια στη διερμηνεία και στην αυτόματη μετάφραση, ενώ η ομοσπονδιακή κυβέρνηση πρέπει να προσλάβει αμέσως μεταφραστές και να μην προσπαθήσει να εξοικονομήσει πόρους επαναπαυόμενη στην εύκολη λύση της αγγλικής. Η μακροπρόθεσμη λύση, όπως στο Βέλγιο και στην Ελβετία, είναι κάθε κοινότητα να καλλιεργήσει τη διδασκαλία και την εκμάθηση της γλώσσας της άλλης.
[Δημοσιεύτηκε στον κυριακάτικο Πολίτη της 17ης Ιανουαρίου 2010]