Βιβλιότσαρκα
Πρόσφατα γύρισα τα βιβλιοπωλεία της Αθήνας για να ενημερωθώ για τις καινούργιες εκδόσεις στον χώρο της Γλωσσολογίας. Όπως συνήθως, επισκέφτηκα τα μεγάλα βιβλιοπωλεία στο κέντρο της πόλης. Τα περισσότερα από αυτά έχουν ένα τμήμα που ονομάζουν «Γλωσσολογία». Σπεύδω να ξεκαθαρίσω ότι δεν πέρασα από εκείνα τα μαγαζιά που διαθέτουν ξενόγλωσσα βιβλία, αφού με ενδιέφερε να ρίξω μια ματιά στις εκδοτικές εξελίξεις, στις νέες γλωσσολογικές εκδόσεις, πάνω στον ευρύτερο τομέα μου στα ελληνικά.
Καινούργιες εκδόσεις
Το θέαμα που αντίκρυσα δεν ήταν ενθαρρυντικό. Δεν είδα καμμία καινούργια έκδοση στη νεοελληνική γλώσσα στον κλάδο της Γλωσσολογίας. Μάλλον είδα, αλλά μόνο δύο: το καινούργιο ετυμολογικό λεξικό της νεοελληνικής που εξέδωσε το Κέντρο Λεξικολογίας, έργο μιας ομάδας επίλεκτων λεξικολόγων και λεξικογράφων υπό τον Γεώργιο Μπαμπινιώτη, και έναν τιμητικό τόμο για τον Χρίστο Τσολάκη. Κατά τα άλλα, τίποτα. Είναι σαν να πάει κάποιος στο τμήμα αρχιτεκτονικής ενός βιβλιοπωλείου και, από καινούργιες κυκλοφορίες, να βρει λ.χ. έναν τόμο για τον μοντερνισμό στην Κύπρο και ένα αφιέρωμα στον Άρη Κωνσταντινίδη – ή κάτι τέτοιο. Με άλλα λόγια: σημαντικές και οι δύο εκδόσεις αλλά καλύπτουν ένα ελάχιστο μέρος του εκτενούς φάσματος της επιστημονικής μελέτης της γλώσσας.
Τα ράφια της Γλωσσολογίας
Έψαξα λοιπόν για παλιότερα βιβλία. Σε όλα τα βιβλιοπωλεία βρήκα κάποιες περιγραφές διαλέκτων της ελληνικής γλώσσας, πάντοτε καλοδεχούμενες. Βρήκα μελέτες για τη διδασκαλία της γλώσσας – αλλά αυτό δεν είναι ακριβώς Γλωσσολογία. Βρήκα πολλά παλιότερα βιβλία για την ιστορία της Ελληνικής και κάποια συγγράμματα που διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Δε βρήκα την ελληνική έκδοση του «Γλωσσικού Ενστίκτου». Δε βρήκα τη «Φωνολογία» των Νέσπορ και Ράλλη. Δε βρήκα την «Εισαγωγή στη Θεωρητική Γλωσσολογία» της Φιλιππάκη-Warburton, την «Εισαγωγή στη μελέτη της γλώσσας», το «Λεξικό γλωσσολογικών όρων» των Κρύσταλ και Ξυδόπουλου, τους «Δέκα μύθους για την ελληνική γλώσσα». Δε βρήκα κανένα βιβλίο του Χριστίδη, του Μπαμπινιώτη ή της Φραγκουδάκη. Τουλάχιστον σε ένα βιβλιοπωλείο υπήρχαν τα δυο βιβλία του Σαραντάκου και ένα του Γ. Χάρη – κι αυτό ήταν όλο.
Γενικά είχα την εντύπωση ότι δεν περιδιάβαινα μια συγκροτημένη συλλογή βιβλίων Γλωσσολογίας προς πώληση, παρά το συμφυρματικό στοκ που βρίσκει κανείς σε στοκατζίδικα και σε βιβλιοπωλεία μεταχειρισμένων βιβλίων. Για να μην είμαι άδικος, πολλές φορές η συλλογή Γλωσσολογίας σε κάποια παλαιοβιβλιοπωλεία είναι πληρέστερη και πιο ισοζυγισμένη από αυτές των μεγάλων βιβλιοπωλείων της πρωτεύουσας του ελληνόφωνου κόσμου…
Και λοιπόν;
Θα πείτε ότι τα παραπάνω δεν είναι τόσο τραγικά. Ωστόσο νομίζω πως είναι για δύο λόγους:
Πρώτον, ενδιαφέρον για τη γλώσσα και τη γλωσσολογία υπάρχει, εντονότατο. Τα περισσότερα γλωσσολογικά βιβλία στα ελληνικά απευθύνονται σε ένα ευρύτερο κοινό και δεν είναι μονογραφίες τεχνικού χαρακτήρα ή συλλογικοί τόμοι που απευθύνονται σε ειδικούς. Γιατί δε φτάνουν στα ράφια των κεντρικών βιβλιοπωλείων;
Ο δεύτερος λόγος που η κατάσταση μοιάζει απογοητευτική είναι ο εξής: οι εκδότες αντιλαμβάνονται ότι το ελληνόφωνο αναγνωστικό κοινό ενδιαφέρεται για γλωσσικά θέματα, για τη Γλωσσολογία και τη μελέτη της Ελληνικής. Επίσης, είναι κατανοητό ότι θα δυσκολεύονταν να εκδώσουν και να προωθήσουν τεχνικού χαρακτήρα γλωσσολογικές μελέτες.
Πώς όμως επιλέγουν να ανταποκριθούν στο ενδιαφέρον του ελληνόφωνου αναγνωστικού κοινού για τη γλώσσα και τη Γλωσσολογία; Κυρίως εκδίδοντας είτε ψευδοεπιστημονικές ανοησίες, όπως βιβλία για την προϊστορική ή εξωγήινη προέλευση της ελληνικής γλώσσας και λεξαριθμικές σολωμονικές, είτε γλωσσαμυντορικούς (και επιπλέον κακογραμμένους και ατεκμηρίωτους) τσελεμεντέδες για «σωστά ελληνικά». Ευτυχώς, πού και πού, βγάζουν και κανα λεξικό ή δοκίμια για τη γλώσσα.
Αυτά λοιπόν θεωρούνται «Γλωσσολογία» από τα μεγάλα βιβλιοπωλεία της Αθήνας: λεξικά, δοκίμια (π.χ. για τη διδακτική της γλώσσας) και – δυστυχώς – πολλά ψευδογλωσσολογικά προϊόντα δημιουργικής γραφής, σταχυολόγησης, αναλογικής σκέψης και πλούσιας φαντασίας.
Δεν ξέρω πώς να κλείσω αυτό το άρθρο. Νομίζω πάντως ότι πρέπει να σοβαρευτούμε.
[Δημοσιεύτηκε στον κυριακάτικο Πολίτη της 14ης Μαρτίου 2010]