‘Ομιλείτε ελληνικά;’
Διάβασα με πολύ ενδιαφέρον στον Πολίτη της 23ης Αυγούστου το άρθρο ‘Ομιλείτε ελληνικά;’ του κυρίου Ιάκωβου Χρίστου, φιλολόγου. Το κείμενο συζητάει την κατάσταση της ελληνικής γλώσσας σήμερα και είναι αντιπροσωπευτικό του πώς αυτή γίνεται αντιληπτή από μια μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης.
Η διαπραγμάτευση του θέματος διαπνέεται από έντονη ανησυχία για την ελληνική γλώσσα αλλά και από αγωνία για τις προοπτικές της ακόμα και να επιβιώσει. Βεβαίως, η μέριμνα για την καλλιέπεια, η καλλιέργεια της γλώσσας και η ακριβολογία βρίσκονται στην καρδιά των προβληματισμών κάθε προηγμένου πολιτισμού. Επίσης, αποτελούν αντικείμενο των φροντίδων κάθε φιλολόγου, αλλά και κάθε μορφωμένου ανθρώπου.
Διαβάζοντας το συγκεκριμένο άρθρο διαπίστωσα ότι ο συγγραφέας του έχει προβληματιστεί έντονα για κάποια θέματα γλωσσικής χρήσης. Ταυτόχρονα ωστόσο μου δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι, τουλάχιστον σε αυτήν την περίπτωση, οι ανησυχίες και η αγωνία του για την ελληνική γλώσσα ξεκινούν από παρανοήσεις και κάποιες παραναγνώσεις, όχι από εμπειρικά δεδομένα και χειροπιαστά γεγονότα. Έτσι, παρότι το πάθος για τη γλώσσα είναι έκδηλο, δυστυχώς δε δείχνει να συνοδεύεται από την ανάλογη εποπτεία των γλωσσικών επιστημών και από την απαραίτητη εμβάθυνση σε ζητήματα σχετικά με τη φύση της γλώσσας καθεαυτή.
Λεξιπενία;
Ο κύριος Χρίστου αισθάνεται ότι η ελληνική γλώσσα κινδυνεύει – θέμα με το οποίο ξανασχοληθήκαμε στη στήλη την 3η Ιουνίου 2007 με τίτλο, ακριβώς, ‘Κινδυνεύει η ελληνική γλώσσα;’. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρεται στην «ψευδαίσθηση ότι κατέχουμε και μιλούμε τη μητρική μας γλώσσα». Η διατύπωση αυτή είναι τουλάχιστον ατυχής: η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων κατέχουν και μιλούν τουλάχιστον μία μητρική γλώσσα, αυτό δεν επιδέχεται καμμιά αμφισβήτηση. Εάν τώρα αυτή η γλώσσα διαφέρει από τις παλιότερες μορφές της ή από την επίσημη ή τη δόκιμη ποικιλία, αυτό είναι ένα άλλο ζήτημα, κοινωνικό και πολιτικό εν τέλει. Γενικά, άγλωσσοι ή ολιγόγλωσσοι άνθρωποι δεν υπάρχουν, εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις με βαρειές διαταραχές νευρολογικής φύσεως. Δε συνεχίζω γιατί θεωρώ ότι ο κύριος Χρίστου, ως φιλόλογος, γνωρίζει καλύτερα κι από μένα ότι λ.χ. γλωσσική ικανότητα και ευφράδεια βεβαίως και δεν ταυτίζονται, κ.ο.κ.
Αμέσως μετά γίνεται λόγος για την ‘αποψίλωση, υποβάθμιση, κακοποίηση και νόθευση’ της γλώσσας μας. Κρίνοντας από την παράθεση του (εντελώς ατεκμηρίωτου κι αβάσιμου) κλισέ περί ανθρώπων με λεξιλόγιο 200-300 λέξεων παρακάτω, ο κύριος Χρίστου ταυτίζει τις τέσσερις αυτές πληγές με την εικαζόμενη συρρίκνωση του λεξιλογίου της ελληνικής. Παρά τους σχετικούς ισχυρισμούς (πάντοτε ατεκμηρίωτους, αβάσιμους και χωρίς παραπομπές στην έρευνα) δεν υπάρχει καμμία απολύτως ένδειξη ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει. Άλλωστε, αν μη τι άλλο, ο ίδιος ο κ. Χρίστου δείχνει πώς η γλώσσα «των νέων» εμπλουτίζεται δραματικά (αν και μάλλον προσωρινά) με πάμπολλες αγγλικές λέξεις. Έτσι, ακόμα και αν τα λεξιλόγιά μας βρίθουν από λέξεις ‘λάθος’ προελεύσεως, πάντως με τίποτα δε συρρικώνονται. Για τη λεγόμενη λεξιπενία έγραψα αναλυτικά στο άρθρο της 29ης Οκτωβρίου 2006 ‘Λεξιπενία ή κειμενική δυσπραξία;’.
Γλώσσα και σκέψη
Κατόπιν, όπως συμβαίνει πολύ συχνά, ο κ. Χρίστου επικαλείται το εκτός συμφραζομένων και ελαφρώς παραναγνωσμένο (αφού ο Βιτγκενστάιν μιλάει για τον φιλοσοφικό λόγο και τη φύση της γνώσης) παράθεμα του αυστριακού φιλοσόφου ότι τα όρια της γλώσσας συμπίπτουν με τα όρια του κόσμου. Το συνοδεύει μάλιστα με μια μαξιμαλιστική διατύπωση της ‘εικασίας του Whorf’, ότι δηλαδή η γλώσσα διαμορφώνει και περιορίζει τη σκέψη. Και ο αφορισμός του Βιτγκενστάιν και η εικασία του Whorf έχουν συζητηθεί επανειλημμένα και εκτενώς σε πλήθος εκλαϊκευτικών βιβλίων για τη γλώσσα, όπου έχουν τοποθετηθεί στις ορθές διαστάσεις τους, αν όχι αναιρεθεί. Αυτό θα έπρεπε να είναι γνωστό.
Σε αυτό το σημείο ομολογώ ότι με ανησυχεί το ότι γνώση που θα έπρεπε να αποτελεί κοινό κτήμα εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες δεν φαίνεται να έχει υποπέσει στην αντίληψη ενός φιλολόγου. Αντιλαμβάνομαι ότι κάτι δυσάρεστο μάς λέει αυτό και για τις πανεπιστημιακές σχολές που παράγουν φιλολόγους αλλά και για τις αναιμικές προσπάθειες των Ελλήνων γλωσσολόγων για εκλαΐκευση και διάδοση των ανακαλύψεων της γλωσσικής επιστήμης.
Δανεισμός
Ένα τελευταίο σημείο: ο κ. Χρίστου αφιερώνει μεγάλο μέρος του άρθρου του στη σκιαγράφηση με ζωηρό και άμεσο τρόπο, αλλά και με αναπόφευκτη υπερβολή, κάποιων δανείων (‘παρεισφρήσεις’ τα ονομάζει) από τα αγγλικά στα ελληνικά. Ωστόσο, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας: όσα από αυτά επιζήσουν μέχρι την επόμενη δεκαετία (ποιος να θυμάται πια ξενισμούς όπως μπριγιόλ, σιλάνς, τζουστ κτλ. που μαράθηκαν όταν πέρασε η μόδα τους), θα ενσωματωθούν στη γλώσσα και θα προστεθούν στη χορεία μη-ελληνικών λέξεων στα ελληνικά όπως ‘παράδεισος’ από τα περσικά, ‘αμήν’ κι ‘οθόνη’ από τα εβραϊκά, ‘γλέντι’, ‘ταψί’ και ‘καφές’ από τα τούρκικα, ‘φουστάνι’ από τα αραβικά, ‘μπουγάδα’ από τα καταλανικά, ‘πιάτο’ και ‘πουκάμισο’ από τα ιταλικά – και ούτω καθεξής. Για να μην κουράζω τους αναγνώστες, σταματώ εδώ και παραπέμπω και πάλι σε παλιότερο άρθρο αυτής της στήλης με τίτλο ‘Δανεικά κι αγύριστα’, της 16ης Δεκεμβρίου 2007, όπου συζητιέται πιο διεξοδικά το θέμα του δανεισμού.
[Δημοσιεύτηκε στον κυριακάτικο Πολίτη της 27ης Σεπτεμβρίου 2009]