Σελίδες

24/5/09

Ερήμην της γλωσσολογίας;

Μια ημερίδα

Στις μέρες μας γίνεται πολύς λόγος για τη διεπιστημονικότητα. Ακριβώς επειδή τα ερευνητικά ενδιαφέροντα των επιστημόνων και των ανθρώπων της έρευνας εν γένει γίνονται ολοένα και πιο εξειδικευμένα, είναι χρήσιμο πολλές φορές να ακούμε τι έχουν να πούν όσοι εργάζονται σε παρόμοια αντικείμενα από μια άλλη επιστημονική σκοπιά. Έτσι, πολλές φορές σε ένα συνέδριο βιοχημείας μπορεί να προσκληθεί ένας γενετιστής (ή περισσότεροι), σε ένα συνέδριο αρχαιολογίας κάποιος ανθρωπολόγος ή εθνολόγος, σε ένα συνέδριο θεωρητικής φυσικής ένας ειδικός στα μαθηματικά μοντέλα, και ούτω καθεξής. Πάντως περιμένει κανείς ότι σε ένα επιστημονικό συνέδριο για τη βιοχημεία, η πλειοψηφία των συνέδρων – και, ιδίως, όσων παρουσιάζουν ανακοινώσεις – θα είναι βιοχημικοί ενώ σε ένα συνέδριο αρχαιολογίας αρχαιολόγοι.

Διάβασα πρόσφατα με απορία (αλλά, δυστυχώς, καθόλου με έκπληξη πια) για τη διοργάνωση μια ημερίδας με τίτλο «Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της ελληνικής γλώσσας». Σύμφωνα με το δημοσίευμα της Καθημερινής της Αθήνας, την ημερίδα διοργάνωσε το σωματείο «Ελληνική Γλωσσική Κληρονομιά», το οποίο δεν τυχαίνει να γνωρίζω, σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ενώ τη συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος, Νίκος Μέρτζος.

Κατ’ αρχήν το θέμα καθ’ εαυτό είναι πράγματι πάρα πολύ ενδιαφέρον και ευρύ και σίγουρα οι συμμετέχοντες στην ημερίδα δε θα κατάφεραν ούτε καν να το ψηλαφήσουν μέσα στα χρονικά περιθώρια της μιας ημέρας. Αυτό γιατί, τουλάχιστον από τον τίτλο, καταλαβαίνει κανείς ότι θα πρέπει να συζητήθηκαν θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας (παρελθόν), θέματα γραμματικής και κοινωνιογλωσσικής περιγραφής (παρόν) και, ενδεχομένως, σκέψεις για την πολυγλωσσία και την παγκοσμιοποίηση (μέλλον). Πράγματι, διαβάζουμε στο δημοσίευμα ότι τουλάχιστον η παγκοσμιοποίηση ως κίνδυνος απασχόλησε πολύ τους συμμετέχοντες.

Πού είναι οι γλωσσολόγοι;

Αυτό που με ξενίζει είναι, εφόσον το Αριστοτέλειο φέρεται να συμπεριλαμβάνεται στους διοργανωτές, γιατί δε συμμετείχε κανένας συνάδερφος γλωσσολόγος από τους πολλούς και πραγματικά λαμπρούς του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Όμως, ίσως να συμμετείχε κάποιος και να παρέλειψε το δημοσίευμα να το αναφέρει.

Το πραγματικά αλλόκοτο είναι ότι οι ομιλητές στην ημερίδα δεν είναι γλωσσολόγοι, στην πλειοψηφία τους έστω, ούτε φυσικά ο συντονιστής. Πώς γίνεται συνέδριο για τη γλώσσα χωρίς γλωσσολόγους; Ποιος έχει πείσει το κοινό στην Ελλάδα ότι για τη γλώσσα μπορούν να παρουσιάζουν επιστημονικές ανακοινώσεις ένας κοινωνιολόγος (ο κ. Φίλιας), ένας καθηγητής της Ιατρικής (ο κ. Μάνθος) καθώς και δύο φιλόλογοι (ο κύριος Λαζάρου κι ο κύριος Καζάζης); Και, τουλάχιστον, ο κύριος Καζάζης είναι αναπληρωτής πρόεδρος του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας. Οι υπόλοιποι όμως;

Η απορία μου και οι αντιρρήσεις μου δεν είναι συνδικαλιστικού και συντεχνιακού χαρακτήρα. Άλλωστε, ως γλωσσολόγος, γνωρίζω ότι όλοι έχουν γνώμη για τη γλώσσα αλλά και ότι οι περισσότεροι επιστήμονες των περισσότερων κλάδων (και στις θετικές επιστήμες) καταπιάνονται με τη γλώσσα με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο. Αλλά, για να επανέρθω στο παράδειγμά μου στην αρχή, ποιος θα οργανώσει συνέδριο παιδιατρικής και θα φέρει έναν νηπιαγωγό για να μιλήσει για τη σημασία του ομαδικού παιχνιδιού στην κοινωνικοποίηση των νηπίων (και καθόλου παιδιάτρους); Επίσης, επιστημονικό αντικείμενο των φιλολόγων είναι η ενασχόληση με τα κείμενα, μην κοιτάτε που το σχολείο μας τους έχει αναθέσει το υπεράνθρωπο έργο να διδάξουν κείμενα, γλώσσα, γραφή, ιστορία, πολιτικές επιστήμες και άλλα: σε καμμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν τους γλωσσολόγους, η οποίοι ασχολούνται με τη γλώσσα.

Θέματα εγκυρότητας

Πού θέλω να καταλήξω; Οι ανοιχτές συζητήσεις για τη γλώσσα είναι καλοδεχούμενες και αναγκαίες. Η οπτική γιατρών, κοινωνιολόγων, φιλολόγων, δημοσιογράφων, θεολόγων και παιδαγωγών πάνω στη γλώσσα είναι κάποτε πολύτιμη. Ωστόσο, δεν μπορούμε να διοργανώνουμε επιστημονικά ‘συνέδρια’ και ‘ημερίδες’ για τη γλώσσα ερήμην των γλωσσολόγων. Για να το πω κι αλλιώς: δημόσιες συζητήσεις για τη γλώσσα στις οποίες δε συμμετέχουν γλωσσολόγοι, λ.χ. επειδή δεν προσκλήθηκαν ή επειδή δεν ενημερώθηκαν καν, είναι τουλάχιστον αμφίβολης επιστημονικής αξίας και ενίοτε αποσκοπούν απλώς στην άσκηση πολιτικής πίεσης σε φορείς και θεσμούς – ή κι εγώ δεν ξέρω τι. Για να το ξαναπώ, είναι σαν να έχουμε συνέδρια παιδιατρικής χωρίς γιατρούς.

[Δημοσιεύτηκε στον κυριακάτικο Πολίτη της 24ης Μαΐου 2009]